Σαράντα έξι χρόνια πέρασαν από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974. Ήταν η προδιαγεγραμμένη κορύφωση μιας ιστορίας δεκαετιών, γεμάτης από πάθη, βιαιότητες, ίντριγκες, προδοσίες. Μιας ιστορίας τυφλότητας και εθνικού διχασμού. Το ένα τέταρτο του συνολικού πληθυσμού (περίπου 150.000 άνθρωποι, κυρίως Eλληνοκύπριοι) κατέληξαν πρόσφυγες μετά από ιστορίες πογκρόμ, σφαγών και λεηλασιών. Και οι πληγές δεν έκλεισαν στην πραγματικότητα ποτέ.

Χιλιάδες οι αγνοούμενοι, που η τραγική τους μοίρα επιβεβαιώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της σε ομαδικούς τάφους δεκάδες χρόνια αργότερα. Ανταλλαγές πληθυσμών. Εποικισμοί εδαφών με στόχο την αλλοίωση της πληθυσμιακής κατανομής. Σήμερα οι γηγενείς Τουρκοκύπριοι είναι λιγότεροι από τους έποικους. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν διεξαχθεί δεκάδες συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού χωρίς αποτέλεσμα. Συνομιλίες, δημοψηφίσματα, εκθέσεις ιδεών και ένα πρόβλημα που παραμένει άλυτο και με τους περισσότερους να αμφιβάλλουν αν θα υπάρξει ποτέ λύση. Και κάθε χρόνο τέτοια εποχή θα βρεις και στις δύο πλευρές του νησιού δακρυσμένα μάτια και την ίδια ευχή «και του χρόνου σπίτι μας».
Η φετινή επέτειος βρίσκει την Κύπρο σε ένα από τα πλέον κρίσιμα αδιέξοδα στην ιστορία του Κυπριακού. Οι συνομιλίες έχουν διακοπεί λόγω της τουρκικής αδιαλλαξίας, δύο χρόνια πριν, τρία τουρκικά ερευνητικά σκάφη πραγματοποιούν παράνομες έρευνες για υδρογονάνθρακες στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας και οι εταιρίες απαιτούν άμεσα οποιαδήποτε λύση, που θα τους επιτρέπει να αναπτύξουν πλήρως τα συμφέροντα τους…
Η τουρκική πλευρά επιμένει σταθερά στη λύση «δύο ίσων συνιστώντων κρατών, στο πλαίσιο της συνομοσπονδίας», ή σε σκληρή «διχοτόμηση» σε μοντέλο «Μονακό», θέλοντας να μετατρέψει τα κατεχόμενα σε νομό της Τουρκίας. Η Ελλάδα σταθερά υποστηρίζει τις προσπάθειες για μια δίκαιη, ισορροπημένη και βιώσιμη λύση του κυπριακού προβλήματος. Μια συμπεφωνημένη λύση που θα πρέπει να αποκαταστήσει τη διεθνή νομιμότητα, η οποία παραβιάζεται κατάφωρα από την τουρκική εισβολή και συνεχιζόμενη κατοχή εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, κράτους ανεξάρτητου, ενός κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους, που είναι μέλος των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παρά τις απογοητεύσεις του παρελθόντος και τις συνεχιζόμενες δυσκολίες, οι δικοινοτικές συνομιλίες, με τη συνδρομή των, διευκολυντικού χαρακτήρα, Καλών Υπηρεσιών του ΓΓ του ΟΗΕ, παραμένουν η μόνη αποδεκτή από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη μέθοδος επίλυσης του Κυπριακού. Οι σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αποτελούν τη μοναδική βάση μιας συμπεφωνημένης λύσης, η οποία θα πρέπει επίσης να συνάδει πλήρως με την ιδιότητα της Κύπρου ως κράτους-μέλους της ΕΕ. Ωστόσο, η αναβλητικότητα, οι παλινδρομήσεις και η ανακολουθία, ιδιαίτερα όπως καταγράφονται από τον ΟΗΕ, είναι ο βασικός ανασταλτικός παράγοντας που παραλύει κάθε συζήτηση για το Κυπριακό.

Το δράμα του κυπριακού ελληνισμού μάς διδάσκει ότι η εμμονή στην αναζήτηση ευθυνών στον ξένο παράγοντα και τις γεωπολιτικές του επιλογές ή στον τουρκικό επεκτατισμό είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι τα δικά μας λάθη κυρίως εκείνης της περιόδου, όπως οι προσωπικές στρατηγικές, οι άφρονες αντιδράσεις, η έλλειψη συντονισμού και ομοψυχίας.

Αυτά τα σημεία αποτέλεσαν σημεία καθοριστικά για την τότε κατάληξη, ενώ σήμερα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, όσο υπάρχουν κόμματα και πρόσωπα στην πολιτική ζωή της χώρας μας, τα οποία ακολουθούν τον δρόμο της πατριδοκαπηλίας, η οποία μόνο σε παγίδες οδηγεί. Γι αυτό η εθνική ενότητα είναι αναγκαία στον πολιτικό κόσμο και στον λαό, για να απαντήσουμε με μια εθνική στρατηγική αποφασιστικής προάσπισης της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου και της Ελλάδας στη βάση του διεθνούς δικαίου.
Συνεχίζουμε λοιπόν, να διεκδικούμε μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στο πλαίσιο των αποφάσεων του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και να αντιμετωπίζουμε τις διαρκώς κλιμακούμενες τουρκικές προκλήσεις. Μια λύση που θα επιτρέπει στην ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία να είναι ένα κανονικό κράτος της Ε.Ε. και να λειτουργεί προς όφελος όλου του Κυπριακού λαού.