Τις προάλλες έχω τελειώσει την προπόνηση στο πινγκ πονγκ και επιστρέφω σπίτι. Περιμένω λίγο για ταξί. Ταξί δεν περνάει και αποφασίζω να καλέσω Beat. Σε λίγα λεπτά φτάνει τα ταξάκι, μπουκάρω μέσα και λέω τη διεύθυνσή μου. Ο ταξιτζής, νεαρός, ευγενέστατος και με ένα πλεξιγκλάς να μας χωρίζει λόγω κορωνοϊού μού λέει: “Χίλια συγγνώμη αλλά μήπως θα σας πείραζε να σταματήσω στο επόμενο περίπτερο (σ.σ. το επόμενο περίπτερο ήταν καμιά εικοσαριά μέτρα μπροστά μας) να αγοράσω μια μάσκα; Δυστυχώς είχα την εντύπωση πως υπήρχαν μερικές στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου, αλλά έκανα λάθος”. “Ναι, φυσικά” απαντάω. Πόσο τυχερός είναι ο κακομοίρης που έπεσε σε μένα και όχι σε κάποιο ταλιμπάν μενουμεσπίτη ο οποίος θα τον είχε ήδη βρίσει, θα είχε κατέβει από το ταξί και θα πληκτρολογούσε φλογερό βιωματικό στάτο στο I-Phone του για τον “απείθαρχο ταρίφα που παίζει με τις ζωές μας”, σκέφτομαι στο καπάκι.