Από το «εκεί μας κατάντησαν οι αλήτες» μέχρι το «θέλω τη ζωή μου πίσω»
Δυο φράσεις καραμέλα που η πρώτη μάλλον δείχνει την κατάντια αυτού που την λέει και η δεύτερη το ακαταλόγιστο αυτού που την λέει. Εκτός αν είναι πρόσφυγας που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει πατρίδα, σπίτι, ανθρώπους, ζώα. Αυτός μάλιστα, δικαιούται να την λέει. Εμείς οι υπόλοιποι όμως;
Οι «αλήτες» που μας κατάντησαν εκεί είναι οι δικές μας επιλογές. Είναι η ψήφος που χαρίσαμε σε λάθος πρόσωπα και για λάθος λόγους. Η αποχή μας από τα κοινά λες και τιμωρούμε κάποιον άλλον εκτός από τον εαυτό μας. Τους δώσαμε χώρο να αλωνίζουν. Τους αφήνουμε ανεξέλεγκτους να αφηνιάζουν, να γιγαντώνουν το κράτος να θεριεύουν τη γραφειοκρατία, να σπαταλάνε τα χρήματα των ταμείων, να βολεύουν τα δικά τους παιδιά, να κάνουν πειράματα κάθε χρόνο με την παιδεία. Και να διαλέγουμε τον έναν όχι γιατί είναι καλός, αλλά για να φύγει ο άλλος… ο κακός. Και μετά φταίνε αυτοί… οι «αλήτες» που μας κατάντησαν εδώ.
Όσο για τη ζωή που ζητούσαμε πίσω όταν άρχισαν τα μνημόνια … ποια ζωή; Εκείνη με τις πολυτελείς τζιπάρες που κάθε γκαζιά τους ήταν μια καταδίκη για το περιβάλλον; Εκείνη με τα πάρτι στο νησί όπου η βαρεμάρα χτυπούσε κόκκινο; Εκείνη με τα πάρτι για τα γενέθλια των παιδιών μας που ξεπερνούσαν σε προϋπολογισμό τα γλέντια του γάμου; Εκείνη με το φόρεμα που κόστιζε 3000 ευρώ κι έψαχνες να βρεις πού ήταν κρυμμένα τα διαμάντια; Ε, αυτήν τη ζωή καλώς την πήρε ο άνεμος της κρίσης μαζί με το φουστάνι. Αλήθεια τώρα, σας έλειψαν όλα αυτά; Σας έλειψαν οι φωτογραφίες στις κοσμικές στήλες με τα ψεύτικα χαμόγελα; Και μετά με την πανδημία… Εκεί κι αν θέλαμε πίσω τη ζωή μας. Τα ταξίδια μας, τα ξενύχτια μας, τα ποτά μας όχι για την παρέα ή με καλή παρέα αλλά για να δούμε και να μας δούνε. Να περιφέρουμε άσκοπα το τίποτά μας στολισμένο και χαμογελαστό.
Ειλικρινά δεν ξέρω ούτε έναν που να είναι τόσο ανόητος που να ξεστομίζει αυτές τις δυο φράσεις και θα μου μείνει η απορία για το πώς καθιερώθηκαν. Τις ζωές που είναι πραγματικές και γεμάτες όχι μόνο δεν τις πήρε κανείς αλλά έγιναν ακόμη πιο πλούσιες και πλήρεις. Οι άνθρωποι γύρω μας ξεδιαλέχτηκαν και μας έμειναν οι σημαντικοί. Τα ρούχα και τα στολίδια έχασαν την γοητεία τους αφού δεν τα έβλεπε κανείς. Το κουτσομπολιό περιορίστηκε αφού δεν μαθαίναμε τίποτε για κανέναν. Τι μας έμεινε λοιπόν; Μα φυσικά, πεδίον δόξης λαμπρόν, τα social media. Κι εκεί ξεσπαθώσαμε. Καταδικάσαμε ανθρώπους πριν από τη δικαιοσύνη. Σκοτωθήκαμε για τα μέτρα για τα εμβόλια, για τις δηλώσεις του Σάκη. Γίναμε πιο ειδικοί από κάθε ειδικό.
Κι ύστερα ήρθε ο πόλεμος. Γύρω μας άνθρωποι που δικαιούνται να ζητάνε τις ζωές τους πίσω. Αλλά εμείς ακόμη μαλώνουμε. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ούτε ποιον πόλεμο πρέπει να καταδικάσουμε. Λες κι αν καταδικάσεις τον Πούτιν, αυτομάτως δικαιώνεις τους άλλους που εγκλημάτησαν πριν από αυτόν. Δηλαδή να μην καταδικάσεις ένα βιαστή γιατί βίασαν κι άλλοι πριν από αυτόν.
Ειλικρινά δεν μας καταλαβαίνω. Γι αυτό κι εγώ θέλω τη ζωή μου πίσω. Και ας μην μου την πήρε κανείς. Έτσι απλώς για να πάω και μια φορά με το ρεύμα, να ρίξω τις ευθύνες μου σε άλλους για να σκεπάσω τη δική μου αδιαφορία.